Κείμενο: Μαρία Μπακάρα
Επιμέλεια: Χρύσα Βασιλείου
Όταν στο τέλος έκανες να στρέψεις
εξατμίστηκα.
Τίποτα δεν είδες.
Τώρα όμως να το μάθεις.
Έσερνες ένα σκέλεθρο στο φως
απ’ την αρχή μαζί σου
κι ήταν απόφαση παρμένη τελεσίδικα:
Ήθελες δεν ήθελες:
Να στρέψεις.
Σταύρος Βαβούρης, “Ευρυδίκη”
Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση του τελευταίου βιβλίου της Μαρίας Αλεξοπούλου, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πηγή, διάφορα ερωτήματα με ταλάνισαν. Κυρίως όμως αναρωτήθηκα για ποιο λόγο να διαβάσει κάποιος αναγνώστης το συγκεκριμένο βιβλίο; Τι καινούριο θα του προσφέρει;
Το δεύτερο βιβλίο της Μαρίας Αλεξοπούλου, μία συλλογή ποιημάτων τα οποία συνθέτουν και αφηγούνται την ιστορία της Ευρυδίκης, δεν είναι μια απλή αναγνωστική υπόθεση. Σε συνδυασμό με τα εξαιρετικά σκίτσα της Ιωάννας Αλεξοπούλου, η οποία χαρίζει στο βιβλίο ίσως το καλύτερο εξώφυλλο της χρονιάς, τοποθετούν Το εύθραυστο νήμα του έρωτα στο κέντρο της συζήτησης για τη σημασία και τη συμβολή της ποίησης στη λογοτεχνία και στη ζωή γενικότερα.
Το πρώτο που ίσως προσπαθεί να κατανοήσει ο αναγνώστης όταν διαβάζει ένα ποίημα είναι ποιος είναι ο πομπός και ποιος ο δέκτης των μηνυμάτων του έργου. Ο Wayne Booth ορίζει την ανάγνωση ως επικοινωνιακή διαδικασία ανάμεσα στο συγγραφέα και στον αναγνώστη[1], χαρακτηρίζοντάς τους τον μεν πρώτο ως λανθάνοντα συγγραφέα, τον δε δεύτερο ως λανθάνοντα αναγνώστη. Ποιος είναι λοιπόν ο πομπός στην ποιητική συλλογή της Μαρίας Αλεξοπούλου; Είναι κοινός σε όλα τα ποιήματα του βιβλίου της ή διαφοροποιείται; Σε αυτό το σημείο, δεν γίνεται να μην εμπλέξεις τη διακειμενικότητα, η οποία παρουσιάζεται ξεκάθαρα μέσα στο έργο της Αλεξοπούλου και σε αρκετά σημεία παίρνει τα ηνία.
Με τον όρο διακειμενικότητα ονομάζουμε τον τρόπο με τον οποίο συνομιλεί ένα λογοτεχνικό κείμενο με οποιαδήποτε άλλη μορφή τέχνης ή ιστορική στιγμή. Ο συγγραφέας αλλά και ο αναγνώστης φέρουν τις γνώσεις, τις προσλαμβάνουσες και το κοινωνικοϊστορικό τους πλαίσιο, όταν επικοινωνούν με το κείμενο. Ο συγγραφέας, μέσω παραθεμάτων, παραπομπών, αναφορών, λέξεων-συμβόλων, προσφέρει στο κείμενο τις δικές του γνώσεις. Αλλά και ο αναγνώστης, αναγιγνώσκοντας το κείμενο, αναγνωρίζει σε αυτό τα δικά του διακείμενα, τις δικές του προσλαμβάνουσες και αναφορές.[2]
Κάθε μορφή τέχνης αποτελεί ένα πολιτισμικό συγκείμενο, το οποίο ο δημιουργός του γεννά και αποδίδει με βάση τις επιρροές του, τα αναγνώσματά του, τους προβληματισμούς του, τον κοινωνικά κατασκευασμένο κόσμο του. Ο αποδέκτης του δημιουργήματος το ερμηνεύει με αφετηρία τις δικές του προσλαμβάνουσες.[3]
Το πρώτο διακειμενικό στοιχείο, λοιπόν, που συναντάμε στην ποιητική συλλογή της Αλεξοπούλου είναι η επιλογή του ονόματος της κεντρικής ηρωίδας. Ευρυδίκη. Αυτό, σε συνδυασμό με την σύνδεση που έχουν τα ποιήματα μεταξύ τους και ουσιαστικά την αλληλεπίδραση που ασκεί το ένα στο άλλο -καθώς πρόκειται για την αφήγηση μιας ερωτικής σχέσης-, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το βιβλίο αποτελεί ουσιαστικά έναν μονόλογο, μία παραδοχή της ίδιας της Ευρυδίκης προς τον Ορφέα. Επομένως, δεν έχουμε διάκριση ανάμεσα στον συγγραφέα και τον λανθάνοντα συγγραφέα. Είναι ξεκάθαρο ποιος αφηγείται τα γεγονότα. Ο λανθάνων αναγνώστης είναι ο Ορφέας, ο οποίος θα μεταφέρει στον αναγνώστη το μήνυμα της Ευρυδίκης, δηλαδή της ποιήτριας.
Ταυτόχρονα, διακρίνουμε ότι η γλώσσα των ποιημάτων δεν είναι απλοϊκή ή λαϊκή, είναι όμως λιτή, λυρική, σε κάποια σημεία εξεζητημένη, γεμάτη με παθιασμένες εικόνες και γαλήνια, ψύχραιμη υφολογία. Χρησιμοποιεί λέξεις-σύμβολα και δίνει σε κάθε ποίημα έναν ξεχωριστό και μοναδικό τίτλο, θέλοντας ίσως να οδηγήσει σε κάποιες σκέψεις πριν την ανάγνωση. Η πομπός-ποιήτρια Αλεξοπούλου-Ευρυδίκη προσπαθεί να μας γεμίσει συναισθήματα με τις εικόνες που περιγράφει και τις λέξεις που χρησιμοποιεί, ακόμη κι εάν η ίδια ως ηρωίδα κρατάει μία αποστασιοποιημένη στάση.
Ωστόσο, αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η καταγραφή λέξεων/φράσεων συμβόλων μέσα στα ποιήματα, οι οποίες παραπέμπουν στη φθορά και την αρρώστια: «ασματικό φιλί», «η πάλαι ποτέ μαραμαίνη», «αυλακωμένο το πρόσωπό σου». Συχνά ο έρωτας παρομοιάζεται με τη ίδια τη ζωή και η Αλεξοπούλου αρέσκεται στο να χρησιμοποιεί δίπολα: θάνατος-ζωή, αγάπη-φθορά. Είναι σχεδόν αδύνατο να παραμείνουμε στο συμπέρασμα ότι το Εύθραυστο νήμα του έρωτα αναφέρεται στον έρωτα και σε μια κάποια -σημαντική ή όχι- ερωτική σχέση. Η ίδια η δημιουργός των ποιημάτων είναι σχεδόν ξεκάθαρη σε αυτό.
Με μία πρώτη ανάγνωση, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι το όνομα της ηρωίδας των ποιημάτων αναφέρεται στην Ευρυδίκη που, κατά τη μυθολογία, υπήρξε σύζυγος του Ορφέα. Το όνομα Ευρυδίκη το συναντάμε όμως και στην αρχαία τραγωδία του Σοφοκλή Αντιγόνη. Η Ευρυδίκη ήταν η σύζυγος του Κρέοντα, μητέρα του αρραβωνιαστικού της Αντιγόνης, Αίμονα[4] . Με γνώμονα τη βαθιά φιλολογική γνώση της Μαρίας Αλεξοπούλου για τις αρχαίες τραγωδίες, θα μπορούσε η Ευρυδίκη του βιβλίου να είναι η τραγική μητρική φιγούρα της Αντιγόνης[5] . Με δεδομένο ωστόσο το ότι στην ποιητική συλλογή συμπεριλαμβάνεται και το όνομα Ορφέας, δεν αφήνονται πολλά περιθώρια αμφιβολίας για την ταυτότητα της συγκεκριμένης Ευρυδίκης.
Προσωπικά όμως νομίζω πως το μυστικό, εκεί που κρύβει η ποιήτρια Αλεξοπούλου το μήνυμά της. δεν είναι στην Ευρυδίκη της, αλλά στον Ορφέα της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ορφέας υπήρξε καλλιτέχνης, ποιητής της εποχής του. Ίσως αυτή η ποιητική συλλογή είναι μία προσπάθεια της δημιουργού να μιλήσει για την ίδια την ποίηση, τη δική της και των άλλων. Βέβαια, συχνά η ποίηση ταυτίζεται με τον έρωτα. Αρκετοί θεωρούν πως όταν κάποιος είναι ερωτευμένος, μεταμορφώνεται σε ποιητή. Δύσκολα λοιπόν ξεφεύγουμε από το συμπέρασμα ότι το βιβλίο αφορά τον έρωτα. Όμως είναι ο μύθος μέσω της διακειμενικότητας που μας οδηγεί. Ο δρόμος που ακολουθεί ο Ορφέας, ώστε να πάρει την Ευρυδίκη μακριά από τον Άδη. Είναι εκείνος που επιθυμεί να την οδηγήσει πίσω στο φως. Εκείνη δεν έχει λόγο. Όπως και η Ευρυδίκη της Αντιγόνης δεν έχει λόγο απέναντι στον Κρέοντα. Όπως τόσες γυναίκες οδηγούνται από τις επιθυμίες και τις αποφάσεις ανδρών. Η Αλεξοπούλου γράφει μία ποιητική συλλογή άκρως φεμινιστική, προσπαθώντας να επαναπροσδιορίσει την προδιαγεγραμμένη πορεία της κάθε Ευρυδίκης αυτού του κόσμου. Και χρησιμοποιώντας αυτό το αφήγημα, μας οδηγεί στην προδιαγεγραμμένη πορεία του καθενός μας. Τον θάνατο.
Δεν μπορώ παρά να σκεφτώ την πιο σκληρή ίσως λέξη αυτής της ποιητικής συλλογής. Τη λέξη «νήμα». Το νήμα της ζωής. Το νήμα που έδωσε η Αριάδνη στον Θησέα για να τον οδηγήσει στην έξοδο από τον λαβύρινθο. Όπως και ο Ορφέας ήθελε να οδηγήσει την Ευρυδίκη στην έξοδο από τον Άδη. Δύο έξοδοι που οδηγούν στο φως, που χωρίζουν τους ζωντανούς από τους νεκρούς. Εκτός από μία ακόμα χρήση διπόλου, μπορούμε ξεκάθαρα να διακρίνουμε και την αγωνία της Αλεξοπούλου για τον θάνατο, την απώλεια, αλλά και την απόλυτη ψυχραιμία με την οποία τα αντιμετωπίζει. Η ποιήτρια περιγράφει μία διαδρομή· μία διαδρομή μέσα από τον θάνατο, μέσα από την Άβυσσο. Μία διαδρομή εξαιρετικά σκληρή για τη γυναίκα, την κάθε γυναίκα, η οποία αναγκάζεται να ακολουθήσει την πορεία του άντρα, ο οποίος, ακόμα κι όταν σώζεται με τη βοήθεια της, της φέρεται σκληρά και αποτρόπαια – όπως ο Θησέας στην Αριάδνη.
Και τελικά, φτάνοντας στο τέλος της ανάγνωσης, συνειδητοποιώ πόσα πολλά με έκανε να νιώσω και να σκεφτώ η ποίηση της Μαρίας Αλεξοπούλου. Με έναν περίεργο τρόπο, με πήρε από το χέρι και με οδήγησε σε σκοτεινές σκέψεις, σε έντονες αγρύπνιες, σε αναθεωρημένα συναισθήματα. Σε μία δύσκολη προσωπική μου κατάβαση, με έκανε να δω τα «δεν ξέρω μου», όταν όλος ο κόσμος μου έλεγε πως οφείλω να αποφασίσω. Ειδικά διαβάζοντας το αγαπημένο μου ποίημα, «Καπνίζω τον Έρωτα». Πόσο σκληρά υπέροχο!
Ο σπουδαίος Σταύρος Βαβούρης έγραψε κάποτε: «Δεν ήμουν μέγας, μείζων ποιητής. Δεν ξέρω αν υπήρξα ποιητής κατά την έννοια που δίνουν σήμερα στη λέξη ή στην ιδιότητα. Όταν κάποιος ρώτησε τον Rimbaud, που είχε πια εγκαταλείψει την ποίηση, “Είσθε ποιητής;”, απάντησε “J’ etais monsieur”. Για το ότι είμαι ποιητής, εγώ; Δεν αμφιβάλλω. Καθόλου. Μα καθόλου. Ποιητής. Ούτε “καλός”, ούτε “μείζων”, ούτε “ελάσσων”. Σκέτο Ποιητής». Το σίγουρο είναι πως η Μαρία Αλεξοπούλου είναι ποιήτρια, δεν αμφιβάλλω για αυτό. Σας προτρέπω να διαβάσετε το βιβλίο της, επιτρέποντας στον εαυτό σας να ταξιδέψει στα σκοτάδια που μόνο η καλή ποίηση μπορεί να σε οδηγήσει.
[1] Ε. Γκουβέλου, Προσέγγιση των ποιημάτων των κειμένων Ν. Λογοτεχνίας της Α’ Γυμνασίου σύμφωνα με τη ρητορική εκδοχή της αναγνωστικής θεωρίας (2012)
[2] Τζ. Καλογήρου, Στον ιστό των κειμένων: η αξιοποίηση της διακειμενικότητας στη διδακτική προσέγγιση της λογοτεχνίας, Λευκωσία (2011)
[3] Τζ. Μπάτλερ. Σώματα με σημασία, μτφρ. Π. Μαρκέτου, Αθήνα, εκδ. Εκκρεμές (2008)
[4] Σοφοκλής, Αντιγόνη, Αθήνα, εκδ. Κάκτος (1994)
[5] Γ. Καβάσιλας, Οι Δάκριοι, Πάροδος 36, σ. 4223 (2010)
Το βιβλίο θα το βρείτε εδώ: https://www.iwrite.gr/bookstore/vivlio-poiisi-to-euthravsto-nima-tou-erota-ekdoseis-pigi/