Written by 9:38 am Board Games, Games • One Comment Views: 132

Retro Board Games: Vendetta

Αυτό τον μήνα εγκαινιάζουμε μια νέα σειρά άρθρων που έχει σκοπό να κάνει όλους τους 35+ να αναφωνήσουν “Ω ΡΕ ΦΙΛΕ, ΝΑΙ!” – με άλλα λόγια απευθύνεται σε όλους τους νοσταλγούς εκεί έξω που ακροβατούν στα όρια του αυτοπροσδιορισμού τους ως boomers.

Σε αυτή την γωνίτσα του site λοιπόν θα κάνουμε μικρά αφιερώματα σε επιτραπέζια που έκαναν τα παιδικά ματάκια μας να γουρλώσουν, εκείνα τα μακρινά χρόνια που τα ’80s έδιναν την θέση τους στα ’90s. Τότε δηλαδή που δεν είχατε ρυτίδες, καράφλα και κοιλιά.

Κανονικά η ναυαρχίδα των επιτραπέζιων εκείνης της περιόδου δεν είναι άλλη από το θρυλικό Hero Quest – αλλά, μιας και τα τελευταία δύο χρόνια η εταιρεία παραγωγής του έχει τρελαθεί να κυκλοφορεί expansions για τη νέα έκδοση, θα κάνουμε λίγη υπομονή ακόμα μέχρι το back to back αφιέρωμα, που θα γίνει… κάποτε.

Τούτων λεχθέντων, σας παρουσιάζω το μοβόρικο, σκληροτράχηλο Vendetta!

Το παιχνίδι, το οποίο κυκλοφόρησε το 1988 στο εξωτερικό από την Parker με διάφορους τίτλους όπως Vengeance a Chicago, Cosa Nostra κλπ, ήρθε στην Ελλάδα κάπου στις αρχές των ’90s με την απλή ονομασία Vendetta, με διανομή από την El Greco. Ήταν για 2 έως 4 παίκτες, ηλικίας από 8 ετών και πάνω. Όπως όλα τα επιτραπέζια εκείνης της περιόδου, οι κανόνες του ήταν αρκετά απλοί: ο κάθε παίκτης αναλάμβανε τον ρόλο ενός μαφιόζου και ο σκοπός του ήταν να μετακινήσει το αντίστοιχο πιόνι με ασφάλεια μέσα από την επικίνδυνη πόλη του Σικάγο, προσπαθώντας να αποφύγει τις αντίπαλες συμμορίες αλλά και τους πληρωμένους εκτελεστές που τριγυρνούσαν στους μισοφωτισμένους, άδειους δρόμους. Όποιος κατάφερνε να κάνει έναν ολόκληρο γύρο στο ταμπλό με το πιόνι του μαφιόζου αναδεικνυόταν νικητής.

Βοηθοί στην προσπάθεια του ‘νονού’ ήταν τα τσιράκια του, αδίστακτοι γκάνγκστερ που είχαν ως σκοπό της ζωής τους να υπερασπιστούν το αφεντικό τους. Η κάθε συμμορία είχε οκτώ μέλη, το ένα πιο κακομούτσουνο από το άλλο (προφανώς όχι, οι φιγούρες ήταν η επιτομή του μινιμαλισμού – δείτε την φωτογραφία). Οι συμμορίες έρχονταν σε τέσσερα αρκετά φανταχτερά χρώματα: γαλάζιο, κίτρινο, πορτοκαλί και πράσινο, λες και οι γκάνγκστερ ετοιμάζονταν να πάνε σε ρέιβ πάρτι στα Οινόφυτα.

Ο αρχηγός κάθε συμμορίας είχε επίσης μια εγκληματική εξειδίκευση, αν και οι λαμογιές τους ήταν κατά βάση πλημμεληματικού χαρακτήρα, μιας και (μην ξεχνάμε!) το παιχνίδι απευθυνόταν σε παιδιά.

Έτσι είχαμε τον παραχαράκτη Λούι Λορέντζο, τον τζογαδόρο και λαθρέμπορο αλκοόλ Μπάγκσι Στέφανο, τον προστάτη Φάτσο Μασόνι και τον αδίστακτο Αλ Ρικόρτι που απλά ήθελε εξουσία.

Η κίνηση γινόταν με τον καθιερωμένο τρόπο: ρίξιμο ζαριών (τα κλασικά, ορθόδοξα εξάπλευρα ζαράκια) και υπολογισμός της απόστασης που μπορούσε να διανύσει ο νονός ή τα τσιράκια του. Αν έφερνες διπλές, ξανάπαιζες. Κάποιες θέσεις στο ταμπλό απεικόνιζαν είτε ασφαλή σημεία είτε επικίνδυνες περιοχές, οπότε ο κάθε παίκτης έπρεπε να οργανώσει μια ευέλικτη στρατηγική ώστε να διαμοιράσει σωστά τις δυνάμεις του – να οδηγήσει σε προφυλαγμένα μέρη τον νονό, να τον προστατεύσει τοποθετώντας γύρω του άτομα της συμμορίας του, ακόμα και να επιχειρήσει να επιτεθεί και να αιχμαλωτίσει εχθρικά πιόνια. Μπορούσε επίσης να προσλάβει τους πιστολάδες που γύριζαν γύρω-γύρω (κυριολεκτικά) ψάχνοντας για θύματα.

Κι ερχόμαστε στο πιο εντυπωσιακό σημείο του παιχνιδιού, τους εκτελεστές – οι οποίοι έρχονταν καβάλα σε δύο κομψά μαύρα Packard Twelve του 1933, έτοιμοι να γαζώσουν γκάνγκστερ και να βάψουν με αίμα τους δρόμους.

Η μίσθωσή τους γινόταν αν ένα από τα πιόνια του παίκτη ολοκλήρωνε την κίνησή του σε τετράγωνο που απεικόνιζε το όχημα. Σ’ εκείνη την περίπτωση ο παίκτης γυρνούσε τον τροχό με τα οχήματα όσο πιο δυνατά μπορούσε και, όταν η δύναμη της τριβής επικρατούσε και τα αυτοκίνητα σταματούσαν, όποια αντίπαλα πιόνια είχαν την ατυχία να βρίσκονται αντιμέτωπα με την κάνη των εκτελεστών έβγαιναν από το παιχνίδι.

Μπανγκ μπανγκ και τα λέμε, Ρόκο.

Αν ο αρχιμαφιόζος κατάφερνε να επιβιώσει από τους αντίπαλους συμμορίτες και από τους πιστολέρο, τότε έπρεπε να επιστρέψει στο καταφύγιο του – και, όπως είναι φυσικό, το παιχνίδι χρησιμοποιούσε άλλο ένα αγαπημένο χαρακτηριστικό της εποχής: μπορούσες να μπεις στην κρυψώνα σου μόνο με ακριβή ζαριά. Αυτό ήταν κάτι που μπορούσε να κάνει τα νεύρα σου κορδέλες, μιας και η ρημάδα η νίκη ήταν εκεί, μπροστά σου, κι εσύ δεν μπορούσες να φέρεις ένα καταραμένο εφτάρι στα ζάρια!

Οι απλοϊκοί κανόνες και τα χοντροκομμένα πιόνια του σίγουρα δεν θα έκαναν το Vendetta θελκτικό στην εποχή μας· όμως, αν έχετε κάποιο αντίτυπό του ξεχασμένο σε κάποιο πατάρι, ξεσκονίστε το, χαμηλώστε τα φώτα, γεμίστε ένα ποτήρι ουίσκι, βάλτε τζαζ στο ραδιόφωνο και χαθείτε στο Σικάγο του 1930 – και στην νοσταλγία για μια εποχή που η φαντασία μας μπορούσε να ζωντανέψει ολόκληρους πολέμους συμμοριών πάνω στο χαλί του δωματίου μας.

Visited 132 times, 1 visit(s) today
Close