Η συγγραφέας Έλενα Αντωνίου μίλησε στη Μαρία Μπακάρα για το νέο της βιβλίο, Έρωτας στις φλόγες του πολέμου, τη γενικότερη συγγραφική της πορεία, τους αναγνώστες της και τη λογοτεχνία στη χώρα μας, αποκλειστικά για το Nikol’s Way.
Έλενα, σε ευχαριστούμε πάρα πολύ για τη συγκεκριμένη συνέντευξη. Βρισκόμαστε λίγες ημέρες μετά την έλευση του 2019 και περίπου έναν μήνα από την κυκλοφορία του νέου σου βιβλίου Έρωτας στις φλόγες του πολέμου. Περιέγραψέ μας τα συναισθήματα σου. Πώς ένιωσες στην πρώτη του παρουσίαση, η οποία έγινε στις 14/12 στο βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Bell; Τι ελπίζεις για αυτό το νέο ταξίδι;
Κάθε παρουσίαση είναι η αρχή ενός νέου ταξιδιού. Είναι μία συνάντηση με αγαπημένες φίλες, αναγνώστριες. Κι ενώ πάντα καρδιοχτυπώ και έχω άγχος, από την άλλη είναι από τις αγαπημένες μου στιγμές. Αυτήν τη φορά ήταν πολύ περίεργο το συναίσθημα, καθώς είναι η πρώτη φορά που γράφω ένα ρομαντικό μυθιστόρημα εποχής και έχω μεγάλη αγωνία για το πώς θα το υποδεχθούν οι αναγνώστριες. Είναι μία ιστορία που αγαπώ πολύ και θέλω να πάει όσο το δυνατόν πιο ψηλά.
Πρόκειται για ένα βιβλίο με διαφοροποιημένη χωροχρονοτοποθέτηση σε σχέση με τα προηγούμενα βιβλία σου. Πώς πήρες αυτή την απόφαση; Πόσο εύκολη ήταν η έρευνα που χρειάστηκε να κάνεις;
Η έρευνα ήταν πολύμηνη, καθώς ήθελα να είμαι ακριβής στα ιστορικά στοιχεία. Αυτό που με δυσκόλεψε ήταν να συλλέξω ηθογραφικά στοιχεία. Πώς ντύνονταν, τι έπιναν, τι έτρωγαν, πώς διασκέδαζαν… Δεν ήταν απόφαση. Ήταν επιλογή που οι ίδιοι οι ήρωες έκαναν. Ζούσαν μέσα μου αρκετά χρόνια και πιστεύω ότι τώρα ήμουν και η ίδια ώριμη, αλλά και οι ήρωές μου, για να διηγηθούμε μαζί αυτή την ιστορία.
Διαβάζοντας το νέο σου βιβλίο, Έρωτας στις φλόγες του πολέμου, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω την εξέλιξη στην πένα σου, αλλά και τον αριστοτεχνικό τρόπο με τον οποίο χειρίστηκες την ερωτική πλοκή με τα έντονα ιστορικά στοιχεία του βιβλίου. Ήταν συνειδητή η απόφαση να γράψεις κάτι τέτοιο; Πόσο εύκολο σου ήταν να σχεδιάσεις τα ψυχογραφήματα ηρώων που έζησαν τόσους αιώνες νωρίτερα, καθώς βλέπουμε ότι οι πρωταγωνιστές σου έχουν ένα προσεκτικό ψυχογραφικό χτίσιμο;
Ευχαριστώ πολύ. Χαίρομαι πολύ με την παρατήρησή σου. Το Έρωτας στις φλόγες του πολέμου ήταν μία ιστορία που, όπως είπα, την είχα μέσα μου πολλά χρόνια. Επίσης, από την εποχή που σπούδαζα, είχα επηρεαστεί πολύ από το μάθημα της μεσαιωνικής λογοτεχνίας με τα ιπποτικά μυθιστορήματα. Αγαπώ το μυθιστόρημα εποχής και έχω κι άλλες ιστορίες στο μυαλό μου που τοποθετούνται σε διαφορετική χωροχρονοτοποθέτηση. Για να σχεδιάσω τα ψυχογραφήματα των χαρακτήρων μελέτησα πολύ την εποχή που περιγράφω, με όλες τις ιστορικές εξελίξεις που σίγουρα θα επηρέαζαν την ψυχοσύνθεση. Συνέκρινα στο μυαλό μου το παρόν με το παρελθόν και έδωσα στον κάθε ήρωα τα χαρακτηριστικά του ανάλογα με εκείνη την εποχή.
Πόσο εύκολο σου είναι να κρατήσεις τις ισορροπίες ανάμεσα στον δημοσιογραφικό λόγο που χρησιμοποιείς καθημερινά στη δουλειά σου και τον συγγραφικό που διαχειρίζεσαι στα βιβλία σου;
Όταν γράφω ένα δημοσιογραφικό κείμενο, είμαι υποχρεωμένη να τηρώ ένα συγκεκριμένο ύφος. Είναι η δουλειά μου, περιορίζομαι. Να πω την αλήθεια, μου θυμίζει όταν έδινα εξετάσεις για το μάθημα της έκθεσης, που έπρεπε να χρησιμοποιώ ξύλινη γλώσσα και συγκεκριμένη φρασεολογία. Όταν όμως γράφω ένα βιβλίο είμαι ο εαυτός μου – ελεύθερη, χωρίς όρια, χωρίς δεσμεύσεις. Εκεί, στο χαρτί, αποτυπώνεται η ψυχή μου.
Τέσσερα βιβλία, τέσσερις διαφορετικές ιστορίες. Να τολμήσω να ρωτήσω ποια είναι η αγαπημένη σου και γιατί;
Είναι όλες τόσο διαφορετικές και ιδιαίτερες, που είναι αδύνατον για εμένα να ξεχωρίσω κάποια. Τα Δάκρυα του Πάθους ήταν η πρώτη με την οποία συστήθηκα στο αναγνωστικό κοινό. Το Καθώς έπεφτε η νύχτα ήταν η πρώτη που εκδόθηκε από τη Silk και έγινε η αρχή για το πιο συναρπαστικό ταξίδι της ζωής μου. Το Πέρα από τις σκιές έχει πολύ μεγάλη σημασία για εμένα προσωπικά, ενώ το Έρωτας στις φλόγες του πολέμου είναι το πρώτο ιστορικό, ρομαντικό βιβλίο που γράφω.
Ένα από τα στοιχεία που μου αρέσει ιδιαίτερα στα βιβλία σου είναι ο τρόπος με τον οποίο αναλύεις τις γυναικείες ταυτότητες. Απενοχοποιείς τη γυναικεία σεξουαλικότητα, περιγράφεις δυναμικές γυναίκες σε θέσεις εξουσίας, που δεν φοβούνται να διεκδικήσουν αυτό που θέλουν και, πάνω απ’ όλα, η όποια αλλαγή στις πράξεις και τις συμπεριφορές τους έχει να κάνει με την ατομική τους ολοκλήρωση και όχι με τις επιθυμίες κάποιου συντρόφου. Είναι μία συνειδητή επιλογή αυτή η σκιαγράφηση στους χαρακτήρες; Σε μια χώρα όπου τα ζητήματα φύλου είναι περιθωριοποιημένα, κατά πόσο πιστεύεις πως βοηθάει ο χαρακτηρισμός «γυναικεία λογοτεχνία»;
Ποτέ δεν μου άρεσε ο όρος «γυναικεία λογοτεχνία». Βάζουμε κατευθείαν ταμπέλα στις επιλογές του οποιουδήποτε αναγνώστη. Έχω και πιστούς άνδρες αναγνώστες και μου λένε ότι οι ιστορίες μου είναι συναρπαστικές. Όσον αφορά στις ηρωίδες μου, δεν θεωρώ ότι ο άνθρωπος ολοκληρώνεται μέσα από έναν άλλον. Όλοι μας είμαστε αυθύπαρκτοι και ανεξάρτητοι και όταν ερωτευόμαστε, ερωτευόμαστε ένα όλο, όχι ένα μισό. Διατηρούμε την προσωπικότητά μας, αυτή τη μοναδικότητά μας που υπήρξε και το στοιχείο που έλκυσε τον αγαπημένο μας. Οπότε, βάσει αυτής της αντίληψης που έχω, θέλω τις ηρωίδες μου δυναμικές, ανεξάρτητες, διεκδικητικές, σύγχρονες. Να ζητούν όλα όσα τους αξίζουν και να μην εκλιπαρούν.
Ποια αναγνώσματα σε διαμόρφωσαν ως αναγνώστρια; Θεωρείς ότι ένας συγγραφέας πρέπει να είναι και αναγνώστης ή δεν το κρίνεις απαραίτητο;
Με σημάδεψε η Έμιλι Μπροντέ με τα Ανεμοδαρμένα Ύψη, που το θεωρώ κορυφή στη ρομαντική λογοτεχνία, η Τζέιν Όστεν, ο Σαίξπηρ και μεγαλώνοντας λάτρεψα το ύφος της Μαργκερίτ Ντιράς, καθώς και της Μάρως Βαμβουνάκη. Την πλούσια φαντασία την αποδίδω στον Ιούλιο Βερν. Γενικώς διάβαζα τα πάντα από πολύ μικρή. Πιστεύω ότι ένας συγγραφέας, προτού ακόμη καταπιαστεί με τη συγγραφή, πρέπει να έχει διαβάσει πολύ. Βοηθάει το μυαλό του, τη γλώσσα του, τη γραφή του, τις εμπειρίες του. Διευρύνει τους ορίζοντες και το πνεύμα του.
Τι διαβάζεις αυτή την περίοδο; Ετοιμάζεις κάποια νέα ιστορία;
Αυτήν την περίοδο διαβάζω τα 18 σκαλιά της Τατιάνας Τζινιώλη και το Μαργαριτάρι της Ροδεσίας της Μαρίας Στεφάνου. Έχω πραγματικά πολλά αδιάβαστα που θέλω πολύ να διαβάσω, αλλά όταν γράφω δεν διαβάζω γιατί θέλω να συγκεντρώνομαι μόνο σ’ αυτό που ετοιμάζω. Οπότε, ναι, ετοιμάζω νέα ιστορία. Κι επειδή, ως γνήσια Ζυγός, δεν μπορώ να αποφασίσω ποια θα εκδοθεί, γράφω δύο και η επιλογή θα γίνει τελευταία στιγμή.
Εκδόσεις Silk των αγαπημένων εκδόσεων Bell. Ένας εκδοτικός τον οποίο λάτρευες ως αναγνώστρια. Πώς είναι το συναίσθημα του να βλέπεις το όνομα του στα βιβλία σου;
Θα το πω και δεν ντρέπομαι καθόλου. Είναι φορές που νομίζω ότι είμαι σε παράλληλο σύμπαν. Επισκέπτομαι είτε την ιστοσελίδα είτε τη σελίδα της εταιρείας στο facebook και όταν βλέπω το όνομά μου και τα εξώφυλλα των βιβλίων μου, επιβεβαιώνω ότι είναι αλήθεια. Χαμογελάω σαν χαζή και συγκινούμαι. Είναι εκπλήρωση. Είναι ολοκλήρωση. Είναι ευτυχία.
Καιρός να πούμε αλήθειες, Έλενά μου. Πώς είναι οι σχέσεις σου με το διαβόητο βιβλιοπωλείο Bell; Χωρίς να θέλω να το προσβάλω -είναι και κάπως εύθικτο- γλώσσα δε βάζει μέσα του. Ειλικρινά, είναι τόσο όμορφο και σπουδαίο όσο διαλαλεί παντού; Πιστεύω ότι βασανίζει κρυφά τους από πάνω… Έχεις κάποια πληροφορία γι’ αυτό;
Είμαι σε φάση «αγαπώ όλο τον κόσμο». Αγαπώ τους πάνω, αγαπώ και τους κάτω. Αγαπώ γενικώς. Και ναι, το βιβλιοπωλείο είναι τόσο όμορφο και σπουδαίο όσο διαλαλεί και επιπλέον διαθέτει απαράμιλλο λονδρέζικο στυλ και απόλυτη χάρη (θέλω πρώτο ράφι μούρη, μ’ ακούτε;). Πιστεύω ότι αλληλοβασανίζονται γιατί αγαπιούνται πολύ και είναι αυτό που λέει ο θυμόσοφος λαός μας, «αγάπη δίχως βάσανα δεν έχει νοστιμάδα».
Ευχαριστούμε πολύ την κυρία Αντωνίου για τη συνέντευξη και ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδο το νέο της βιβλίο.
Επιμέλεια κειμένου: Χρύσα Βασιλείου
Περισσότερες πληροφορίες: http://www.silkbooks.gr/
https://www.facebook.com/elenantoniouwriter/
https://www.facebook.com/BELLbooks.athens