«Κάτω από το κρεβάτι» του Γιώργου Γιώτσα,
απ’ τις εκδόσεις Λυκόφως
Ένας συγγραφέας που γράφει για έναν συγγραφέα που γράφει για έναν συγγραφέα.
Μια σκοτεινή πύλη στο γυαλί ενός παλαιού καθρέπτη.
Η λαχτάρα για το αντάμωμα με την νεκρή οικογένεια.
Μια διαβολική μάγισσα και μια ονειρική νεράιδα, μέσα στα βουνά της ελληνικής υπαίθρου.
H στιγμή όπου κερδίζεις μια ολόκληρη ζωή.
H στιγμή όπου χάνεις μια ολόκληρη ζωή.
Ένα ματωμένο δείπνο.
Δολοφονικοί φίλοι.
Οργισμένοι ψυχοπομποί.
Αποτρόπαια εγκλήματα και κρατητήρια μέσα στη γη.
Ταξίδια με μαγικά μανιτάρια στις ράγες της ψυχεδέλειας.
Άνθρωποι που παλεύουν με υπερφυσικούς αλλά και με καθημερινούς φόβους σε μια ανθολογία βραβευμένων και καινούριων διηγημάτων για το τι μας περιμένει -χαμογελώντας- να κοιμηθούμε…
Για το τι κρύβεται στα σκοτάδια…
Κάτω από το κρεβάτι
https://www.goodreads.com/book/show/34665882
Της Αγνή Σιούλα:
Αυτό που θα ήθελα να ξεκαθαρίσω άμεσα, παρουσιάζοντας αυτή τη συλλογή είναι πως, καθένα απ’ τα έντεκα διηγήματα εμπεριέχουν την κεντρική ιδέα και όλα εκείνα τα δομικά στοιχεία που θα μπορούσαν -εν δυνάμει- να τα κάνουν μυθιστορήματα.
Ας ξεκινήσουμε όμως, απ’ το πρώτο της συλλογής, το «Φεγγάρι των νεκρών» που έχει τρεις ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Αυτόν της νεαρής Ελεάνας, του πατέρα της Κώστα (πεζό όνομα σε σχέση με τα γυναικεία του διηγήματος) και της Ζένιας, της μητέρας που είναι ουσιαστικά η κεντρική ηρωίδα ή για να είμαι περισσότερο ακριβής η κεντρική αντιηρωίδα του διηγήματος. Το σύμπαν που πλάθει ο Γιώτσας, σ’ αυτή τη μικρή ιστορία, είναι άκρως ντετερμινιστικό. Ο τρόμος είναι παρών, σκληρός τιμωρός των ελαττωμάτων των ηρώων και αναπόφευκτος, με τρόπο που μόνο ο θάνατος μπορεί να είναι. Η Ελεάνα δε θα ξεφύγει απ’ την τιμωρία τής αλαζονείας της. Μιας αλαζονείας που σχετίζεται με την καταγωγή της, καθώς και τη διάσημη μητέρα της. Ο πατέρας, ο Κώστας, έχει κι αυτός ένα σημαντικό «ελάττωμα». Είναι καλός και πράος -και η πραότητα τον κάνει αργό. Επιπλέον, νοιάζεται πολύ, αγαπά πολύ. Γι’ αυτό, δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ την αγάπη που τρέφει για το παιδί του. Και στο τέλος η Ζένια, η μητέρα και διάσημη ηθοποιός που δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ την ανικανότητα, την ανοησία και την κατάθλιψη που τη συνοδεύει. Η Ζένια μάς θυμίζει τις αδύναμες ηρωίδες του Τένεσι Ουίλιαμς που παραπαίουν απ’ τη βαθιά κατάθλιψη στα βασανιστικά ερωτήματα και τις λάθος αποφάσεις -κάτι που το αναγνωρίζει και επισημαίνει και ο ίδιος ο συγγραφέας. Έτσι, η τραγωδία πραγματώνεται σ’ όλες της τις εκφάνσεις μέσα απ’ τη λαχτάρα για το ξαναντάμωμα … και κάπου εκεί, παραμονεύει το εσώτερο κακό και παρεμβαίνει το αιτιοκρατικό, καθοριστικό κακό.
Τα δεύτερο διήγημα με τον τίτλο «Νεράιδα» είναι το αγαπημένο μου. Η ηρωίδα, η Πένυ, έχει κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να ξεφύγει απ’ τη μοίρα και το παρελθόν της, αλλά αυτά την έχουν δεμένη. Στο κοντινό παρελθόν έχει καταφέρει να ξεφύγει, αλλά τη συναντάμε στη συνέχεια να ακολουθεί την προδιαγεγραμμένη πορεία τής επιστροφής της που δεν είναι άλλη παρά η προδιαγεγραμμένη πορεία της μοίρας της που τη συνδέει άρρηκτα με το παρελθόν. Ένα ζοφερό παρελθόν που μετατρέπεται σ’ ένα ακόμη ζοφερότερο και εφιαλτικό παρόν. Ο Lovecraft στο «δοκίμιό του Supernatural Horror in Literature» ξεκινάει με τη φράση: «Το αρχαιότερο και ισχυρότερο συναίσθημα της ανθρωπότητας είναι ο φόβος και το αρχαιότερο και ισχυρότερο είδος φόβου είναι ο φόβος του αγνώστου». Εδώ το άγνωστο έχει τη μορφή της διαβολικής μάγισσας, αλλά και της ονειρικής νεράιδας που διαφεντεύουν τα βουνά της ελληνικής υπαίθρου. Όμως, η ηρωίδα, η Πένυ, δεν είναι έρμαιο της μοίρας της. Είναι ικανή και αντιστέκεται…
Το τρίτο διήγημα της συλλογής το «Ζωή γεμάτη θαύματα» είναι μια έκπληξη! Στην ουσία, είναι ένα ξαναδιάβασμά της αλληγορίας του σπηλαίου απ’ την Πολιτεία του Πλάτωνα. Ο Νίκος είναι ο δεσμώτης που ξεφεύγει απ’ το σπήλαιο και θέλει να πει την αλήθεια στον γιο του τον Ηλία, δείχνοντάς του τον ήλιο που δεν έχει ξαναντικρύσει στη ζωή του. Έχει ξεφύγει όμως πράγματι ο Νίκος; Έχει δει αληθινά τον πραγματικό κόσμο, πέρα απ’ τη φτώχια και τη μιζέρια που τον εγκλώβιζαν για μια ζωή κάνοντάς τον -κατά την προσωπική του άποψη- «οικτρό πατέρα»; Μπορεί όντως να οδηγήσει τον γιο του στο φως, ή συμβαίνει κάτι άλλο; Η σκληρή τους μοίρα – η συνοδός όλων των δύστυχων πλασμάτων, πράγματι αποχώρησε αδιαμαρτύρητα απ’ τη ζωή τους;
Στο τέταρτο διήγημα, το «Φίλοι», ένας δήμαρχος, ο Ζώης, προσπαθεί να εναντιωθεί σ’ έναν παλιό του φίλο που αποτελεί πλέον την ενσάρκωση του απόλυτου κακού. Μπορεί όμως να τα καταφέρει; Και τι μπορεί να κάνει ένας απλός και ατελής, γεμάτος ελαττώματα, άνθρωπος μπροστά στο αρχέγονο και πρωτογενές κακό;
Στο επόμενο διήγημα το «Τερατογέννεση», ένας συγγραφέας (ο Γιώτσας) γράφει για έναν συγγραφέα τον Λυμπερόπουλο που γράφει για έναν συγγραφέα τον Όυενς. Και δίπλα στον μοναχικό Όυενς με την ελληνική καταγωγή, ένας κατάκοιτος πατέρας που βασανίζει τον γιό του με την αρρώστια, αλλά και τη δυστροπία του. Σ’ αυτό το μοναδικό διήγημα -πέρα απ’ τις τρομακτικές του εκφάνσεις- ο Γιώτσας κινείται αριστουργηματικά στα όρια της αμερικανικής frustration του ’29, μεταφέροντάς μας σ’ έναν κόσμο απογοήτευσης και ματαίωσης που γνωρίσαμε από μεγάλους λογοτέχνες του παρελθόντος. Και κάπου εδώ, αναρωτήθηκα αν ο συγγραφέας έχει επηρεαστεί από αντίστοιχα αναγνώσματα ή πολύ απλά απεικονίζει την εποχή της κρίσης που ζούμε σήμερα.
Το «Dinner’s ready» είναι ένα διήγημα δηλητήριο για μια απελπισμένη και μισότρελη νοικοκυρά και τη χαμένη της ζωή.
Ενώ το «8» προσπαθεί να μας παγιδεύσει μέσα σ’ έναν αγωνιώδη τρόμο, εμπνευσμένο απ’ την ελληνική μυθολογία, δαιμονικό και αποτρόπαιο, επιχειρώντας να μας σοκάρει. Είναι περισσότερο σκληρό απ’ αυτό που περίμενα και μου θύμισε μικρό παιδί που κάνοντας αταξίες προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή των ενηλίκων. Παρ’ όλα αυτά, τα άλλα δέκα διηγήματα είναι τόσο καλά που δείχνουν με αδιαμφισβήτητο τρόπο την εξέλιξη του συγγραφέα.
Τα τέσσερα τελευταία διηγήματα της συλλογής δεν έχουν διακριθεί τυχαία, αποτελούν μικρά διαμάντια.
Το «Τίμοθι» με τον οργισμένο ψυχοπομπό, ξεχωρίζει λογοτεχνικά και αποτελεί μια μοναδική διεισδυτική ματιά στο απόλυτο κακό της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ενώ, το «Τυχερή» είναι ένα παιχνίδι ανάμεσα στην πεζή και μίζερη πραγματικότητα και στα ευτελή όνειρα τής απόκτησης χρημάτων και υλικών αγαθών. Στην πραγμάτωση αυτών των ονείρων που μπορεί για τους περισσότερους καθημερινούς ανθρώπους να είναι ο λόγος που συνεχίζουν να αντέχουν τη φτώχεια και τη στέρηση.
Το «Βέρα Mushroom» απ’ την άλλη, με πολλές επιρροές απ’ τη λογοτεχνία της γενιάς του μπιτ, μιλάει για τον ανεκπλήρωτο και νεανικό έρωτα, την ερωτική απόρριψη και τον θάνατο καθώς μας ταξιδεύει με μαγικά μανιτάρια στις ράγες της ψυχεδέλειας -όπως πολύ γλαφυρά περιγράφει το διήγημα ο ίδιος ο συγγραφέας του.
Το τελευταίο διήγημα της συλλογής, το «Καθρέφτες» μιλάει για μια σκοτεινή πύλη στο γυαλί ενός παλιού καθρέφτη και ψηλαφίζει την άρρωστη σχέση που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα σ’ έναν κακό πατέρα και την κόρη του.
Τελειώνοντας, δε θα προσπαθήσω σας μιλήσω για την αιχμηρή και γλαφυρή γλώσσα του Γιώτσα, ούτε για τις πλούσιες περιγραφές των τοπίων που είτε είναι ζοφερές, είτε όμορφες, καταδεικνύουν το ταλέντο του με μοναδικό τρόπο. Δε θα προσπαθήσω καν να σας περιγράψω την αριστοτεχνική εναλλαγή των συναισθημάτων, ή τη φορτισμένη ατμόσφαιρα των σκηνών που υποβάλλουν τον αναγνώστη σ’ ένα μοναδικό ταξίδι στα άδυτα του ανθρώπινου νου και του απύθμενου σκοταδιού που κρύβεται μέσα μας. Απλώς… θα σας προτρέψω να τ’ ανακαλύψετε μόνοι σας.