Πρόκειται για αυτοέκδοση, με εξαιρετικά καλή διακίνηση μέσω ίντερνετ. Στη χώρα της η συγγραφέας έχει γίνει πολύ γνωστή, αν σκεφτεί κανείς ότι είναι indie author. Τρία ικανοποιητικής έκτασης, όχι ιδιαίτερα ογκώδη βιβλία∙ είναι όμως συγκλονιστικά! Είχα πάρα πολύ καιρό να νιώσω έτσι με ένα βιβλίο, το The Dark Duet είναι επιτομή στο είδος του, dark erotica.
Αν εξαιρέσουμε το λεπτό θέμα του human trafficking, με το οποίο ασχολείται, σαν περιγραφή των επίμαχων σκηνών δεν συναντάμε κάτι το ιδιαίτερα τραβηγμένο, που δεν έχουμε δει ήδη από άποψη βιαιότητας. Είναι από τις ιστορίες που σε διχάζουν ηθικά, καθώς ένα θύμα trafficking ερωτεύεται τον απαγωγέα της, και μέχρι το τέλος έχει αιτιολογηθεί το ότι δεν συνέβη στο πλαίσιο του Συνδρόμου της Στοκχόλμης. Η ηρωίδα δεν είναι μια δεσποσύνη που περιμένει τον πρίγκιπα της να τη σώσει, είναι μαχήτρια και παλεύει να μη χάσει τον εαυτό της.
Η C.J. Roberts, λόγω επαγγέλματος είχε επαφές με τον Αμερικανικό Στρατό και το F.B.I. και η ενημέρωση σχετικά με την απαγωγή και το εμπόριο σεξουαλικών σκλάβων που γίνεται είναι σωστή, η αφύπνιση επιτυγχάνεται διεξοδικά, χωρίς περιττές αναλύσεις, απόλυτα δεμένη με την εξέλιξη της ιστορίας. Μέσα από την τριλογία της The Dark Duet, μας περιγράφει τον κόσμο του human trafficking και των sex slaves, όχι για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς μιας erotica bdsm λογοτεχνίας, αλλά προκειμένου να μας αφυπνίσει σχετικά με την κοινωνική αυτή μάστιγα, που είναι πέρα για πέρα υπαρκτή και επικίνδυνη.
Παρ’ όλ’ αυτά, κάνει ξεκάθαρο το ότι, το πρωταγωνιστικό ζευγάρι Livvie και Caleb και η ερωτική ιστορία τους, είναι έξω από τα συνηθισμένα σε τέτοιες περιπτώσεις. Ότι είναι καθαρά μια φανταστική εξαίρεση, που εξυπηρετεί την πλοκή του βιβλίου. Δεν απενοχοποιεί την εμπορία λευκής σαρκός, αλλά καταφέρνει να δημιουργήσει σαφή διαχωριστικά πλαίσια ανάμεσα στη σχέση τους, και την αληθινή βαναυσότητα που αναγκάζονται να υποστούν τα θύματα του human trafficking.
Ο πρωταγωνιστής, Caleb, έχει χειραγωγηθεί στο να διάγει την ζωή που κάνει, αλλά δεν ήταν 100{e9c861ab68a868f50764c616c8b6bad4f2b058ac94ea9e1978ce6c69f020bbaf} δική του επιλογή. Γι’ αυτόν τον λόγο, όταν το κατάλληλο άτομο βρέθηκε στον δρόμο του, η ηθική του αφυπνίστηκε, και εξανάγκασε τα κριτήρια του- κριτήρια που του είχαν επιβληθεί, τρόπον τινά- να μεταβληθούν εξολοκλήρου. Παρόλο που το κοινωνικοπολιτικό υπερκείμενο είναι πανταχού παρόν, τόσο στο πρώτο, αλλά ειδικά στο δεύτερο μέρος της τριλογίας, οι πρωταγωνιστές σε ό,τι αφορά τον δεσμό που αναπτύσσεται μεταξύ τους, απασχολούνται με τον εσωτερικό ψυχισμό τους και καθαρά με τις προσωπικές τους ψυχολογικές διακυμάνσεις. Το εμπόριο των sex slaves αποτελεί την αρχή της ιστορίας, είναι η απασχόληση του πρωταγωνιστή, αλλά σύντομα φαίνεται ότι δεν μπορεί να συνεχίσει ως το τέλος, εξαιτίας ενός παράγοντα καταλύτη: της επίδρασης που ασκεί πάνω του η πρωταγωνίστρια.
Τα ένστικτα του, η νοοτροπία του και οι συνήθειες του δεν θα υποκύψουν πλήρως, όμως έρχεται σταδιακά σε ένα σημείο όπου θέτει όρια ανάμεσα στη σκληρή πραγματικότητα, και σε αυτήν που μοιράζεται με τη Livvie.H συναισθηματική μεταδοτικότητα της C.J.Roberts είναι συγκλονιστική. Προκαλεί μια ευρεία γκάμα συναισθημάτων στον αναγνώστη, που φτάνει σε σημείο να ταυτιστεί με την πρωταγωνίστρια, να συμπάσχει. Ήταν μια πολύ έντονη αναγνωστική εμπειρία.
Το Captive in the Dark (#1), λόγω πλοκής σε κρατάει σε εγρήγορση, δεν σε αφήνει να σταματήσεις να διαβάζεις. Από άποψη γραφής δεν είναι εξαιρετικά καλογραμμένο, αλλά είναι πολύ καλό, ειδικά στην περιγραφή και τη συναισθηματική μεταδοτικότητα.
Το Seduced in the Dark (#2), είναι η εξαίρεση του κανόνα στα sequels: Είναι ακόμα καλύτερο από το πρώτο. Η γραφή είναι κλάσεις ανώτερη, η πλοκή εκτυλίσσεται με κινηματογραφική δράση, γεμάτη ανατροπές και πολλή αγωνία. Δεν αφήνει κενά, δεν αφήνει αναπάντητα ερωτήματα και κυρίως, δεν σε αφήνει να το αφήσεις για κανένα λόγο. Ουσιαστικά η ιστορία ολοκληρώνεται με το δεύτερο αυτό μέρος, αλλά έπειτα από απαίτηση του κοινού, γράφτηκε ακόμα ένα βιβλίο:
Το Epilogue (#3), είναι μια αφήγηση αποκλειστικά από τον πρωταγωνιστή (ως τώρα είχαμε τη Livvie σε κύρια πρωτοπρόσωπη αφήγηση, και τον Caleb σε εμβόλιμες σκηνές, που συνέβαλλαν στην απόδοση μιας σφαιρικότερης εικόνας). Δεν πρόκειται για μια επανάληψη της ιστορίας, από την οπτική πλευρά του πρωταγωνιστή, αλλά βρίσκουμε τους ήρωες στο σημείο που τους αφήσαμε, και μας αποκαλύπτεται το περιβόητο “μετά”. Είναι σχεδόν εξαγνιστικό, το να παρακολουθούμε το πώς μια τόσο αρρωστημένη γενικά ιδέα, μπορεί τελικά και να δουλέψει, αν οι συνθήκες οριστούν εκ νέου, εάν η αλλαγή είναι ουσιώδης και όχι επιφανειακή. Το Epilogue ήταν η εξήγηση, η ψυχανάλυση που χρειαζόμασταν.